Friday 30 March 2007

ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ ΜΑΖΙ

Γεννήθηκε τον Φεβρουάριο του 1938. Παιδί εύπορης οικογένειας, από πατέρα γιατρό και μητέρα δασκάλα. Ένα ευαίσθητο υδροχοάκι, με κλήση στα γράμματα και πηγαία δίψα για γνώση. Είχε και μια αδελφή, που όσο ήταν μικρή, ήταν και κουκλίτσα αληθινή. Την Γιολάνδη.
Παρά την καλή οικονομική επιφάνεια της οικογένειας, στο σπίτι αυτό έλειπε ένα πολύ βασικό συστατικό. Μάλλον, το σημαντικότερο. Η Αγάπη. Ο μικρός Γιώργος, δεχόταν καθημερινά προσβολές, ύβρεις και πολύ ξύλο, από τους δύο του γονείς. Ήταν παράξενοι άνθρωποι. Έτσι, κάθε μέρα κλεινόταν στον εαυτό του και αναρωτιόταν. "Εμένα, γιατί δεν με αγαπάει κανείς";
Η απώλεια της αγάπης, γέννησε μέσα του ένα θεριό ανασφάλειας. Θεριό που μεγάλωσε ακόμα περισσότερο, όταν οι γονείς του λίγο πριν την είσοδο του στην εφηβεία, τον έστειλαν "πακέτο" σε έναν άτεκνο θείο. Ποτέ δεν μίλαγε για αυτόν, τον θείο.
Κάποια στιγμή έμαθε κάτι τραγικό. Είτε για λόγους ιατρικούς - είτε για λόγους "ηθικούς" , ο πατέρας του έκανε μαστεκτομή στην αδελφή του. Μέχρι σήμερα αιωρείται η υποψία, πως ο πατέρας αυτός έκοψε τα στήθη της κόρης του, για να μην προκαλούν τα "βλέμματα". Η Γιολάνδη, δεν συνήλθε ποτέ. Ψυχολογικά. Έκλεισε μέσα στο άστηθο σώμα της, όλη την πίκρα και το δηλητήριο, μέχρι που την κυρίευσαν. Έγινε και αυτή μια πολύ παράξενη γυναίκα.
Ο Γιώργος αγαπούσε την αδελφή του και της στάθηκε. Όσο μπορούσε. Για χρόνια πάλευε με το τέρας, που εκείνη μετατράπηκε. Τέρας, συμπεριφοράς. Γεροντοκόρη, αγενής, κακιά, άκαρδη. Κανονικά για κάποια που έχει ήδη "φύγει", δεν λέγονται τέτοια πράγματα. Αυτή είναι όμως η αλήθεια. Το επάγγελμα που ακολούθησε, ενδεικτικό. Δικαστική λειτουργός. Φρίκη, προκαλεί και μόνο η σκέψη της να αδιαφορεί στο σπάραγμα ανθρώπων, που έχαναν το βιός τους. Όταν πέθανε, στο γεμάτο ακαθαρσίες ζώων σπίτι της, βρέθηκαν καμιά δεκαριά τηλεοράσεις, άλλα τόσα video και stereo. Κατασχέσεις; Ποιος ξέρει.
Ο μικρότερος αδελφός της, ο Γιώργος είχε πλέον πειστεί. Υπήρχε κάποιο γονίδιο τρέλας στην οικογένεια. Κάτι δεν πήγαινε καλά. Ο ίδιος ένοιωθε ξεχωριστός. Σαν να διαφέρει από την υπόλοιπη φαμίλια του. Την φοβόταν όμως κιόλας. Κάποια στιγμή της ζωής του άλλαξε και το επώνυμό του. Ανώτερος εφοριακός υπάλληλος με ενεργή εμπλοκή στην πολιτική. Ίσως, δεν ήθελε να τον συνδέουν με τα υπόλοιπα μέλη της. Το έκανε Παπάς.
Δεν πρέπει να ήταν τυχαία η επιλογή του. Μέχρι και την τελευταία ημέρα της ζωής του, ήταν βαθύτατα πιστός θρησκευόμενος. Βαθιά μέσα του θα ήθελε να είχε γίνει ιερέας. Έψελνε ωστόσο, με φωνή ολότελα δική του, βαρύτονη. Ιδιαίτερα τους Αναστάσιμους ύμνους. Το βράδυ της Ανάστασης έμενε έως το τέλος της λειτουργίας, ψάλλοντας.
Όσο και να ήθελε να μονάσει όμως, ο Γιώργος ήταν δέσμιος. Δέσμιων των παθών του. Το μεγαλύτερο, η αγάπη. Αγάπησε παράφορα μια υπέροχη γυναίκα, την Σούλη. Τί και αν ήταν δέκα χρόνια μεγαλύτερή του. Τί και είχε ήδη δύο ενήλικα παιδιά, από τον πρώτο γάμο της. Αυτός την λάτρευε. Το μυαλό της. Την ψυχή της. Την αξιοπρεπή μορφή της.
Τους ένωνε η αγάπη τους για ποίηση, μουσική. Ήταν και η εποχή. Το τραγούδι ''Λίγο κρασί, λίγη θάλασσα και το αγόρι μου..." ταίριαζε απόλυτα στην ερωτική σκηνή τους.
Όταν της ζήτησε να παντρευτούν, είχε και κατά νου πως μαζί της δεν θα χρειαζόταν να κάνει παιδιά. Να μεταφέρει τίποτα "τρελά" γονίδια. Είχε παιδιά η Σούλη. Τα παιδιά της θα γίνονταν και δικά του παιδιά. Η δική του οικογένεια.
Η Σούλη, έβλεπε το ίδιο νόμισμα από την άλλη πλευρά. Δεν ήθελε να του στερήσει το δικαίωμα να κάνει δική του οικογένεια. Δικά του παιδιά. Αν και υπήρξε από τις πρώτες γυναίκες στην Ελλάδα που πέρασε στην Ιατρική σχολή Αθηνών, τα γονίδια του Γιώργου ήταν άγνωστο για εκείνη πεδίο. 'Ετσι, αρνήθηκε τρυφερά. Τον αγαπούσε τον Γιώργο. Από αγάπη δεν ήθελε να τον δεσμεύσει και είπε ΟΧΙ.
Ο Γιώργος συντετριμμένος έκανε να φύγει. Μα δεν μπορούσε. Δεν μπορούσε να φανταστεί την ζωή χωρίς εκείνη. Δεν το σκέφτηκε πολύ. Τράβηξε όπλο και την απείλησε. Η΄' ΜΑΖΙ ή ΝΕΚΡΟΙ! Το 1977, σε ένα μικρό ξωκλήσι η Σούλη και ο Γιώργος ενώθηκαν. Οι τεχνικές λεπτομέρειες ξεπεράστηκαν, μπροστά στην δύναμη της αγάπης, της θέλησης, ε και...των όπλων.
Μαζί διάβαζαν, έγραφαν, συζητούσαν ώρες ατελείωτες. Φιλοσοφούσαν για την ζωή, τον έρωτα, τον αποκρυφισμό. Αναζητούσαν την αλήθεια και στο μεταξύ ανακάλυπταν ο ένας στον άλλο την Ασφάλεια. Ναι, μαζί της ο Γιώργος δεν ένοιωθε ανασφαλής. Τουναντίον. Ένοιωθε απόλυτα ασφαλής. Εκείνη, επίσης. Η οικογένεια μεγάλωσε. Όσα χρόνια ήταν μαζί, απέκτησαν και τέσσερα εγγόνια. Δύο δίδυμους εγγονούς από την κόρη της Σούλης και δύο εγγονούλες από τον γιο της. Αυτά τα παιδιά τα μεγάλωσαν τα καλοκαίρια, στο Πόρτο Χέλι.
Πάντα χαίρονταν να τα έχουν κοντά τους. Να τα παίρνουν μαζί στις παραλίες. Να βουτάει ο Γιώργος με το ψαροντούφεκο, για να βγάζει χταποδάκια. Να τους λέει η Σούλη στην ακρογιαλιά, παραμυθάκια. Τα βράδια να τα πάνε στα παραθαλάσια ταβερνάκια, όπου με την παρέα τους έπιαναν τα μπουζουκάκια.Μπαρμπουνάκια, καλαμαράκια, κρασάκια, τραγουδάκια. Και στο τέλος πάντα παλαμάκια. Ήταν υπέροχα βράδια αυτά. Στις διαδρομές με το αυτοκίνητο, όλοι να τραγουδάν παρέα. Α...στα τα... μαλλά...κια σου, α...να...κά...τωμέ...να.
Υπάρχει μια ρήση που λέει: "Σόι πάει το βασίλειο". Στην συγκεκριμένη περίπτωση το διαζύγιο. Τα παιδιά της Σούλης χώρισαν. Και η Αλίνα, η κόρη και ο Δημήτρης, ο γιος. Ο Δημήτρης μάλιστα πήρε τις δύο κόρες του, υπό την κηδεμονία του. Όταν χρειάστηκε βοήθεια, ο Γιώργος και η Σούλη άνοιξαν το σπίτι τους και φιλοξένησαν αυτόν και τις δύο εγγονές. Η μεγάλη ήταν 16 πια και η μικρή μόλις 9. Ακολούθησαν πραγματικά οικογενειακές στιγμές. Η τραπεζαρία μετράπηκε σε παιδικό υπνοδωμάτιο, όπου ο ένας του τοίχος, ήταν όλος βιβλιοθήκη. Όλη η γνώση του κόσμου έμοιαζε να κρύβεται εκεί μέσα. Πέρασαν όμορφα. Η Γιαγιά, ο Παπούς, ο πατέρας, οι εγγόνες, η σκυλίτσα, ο γάτος και μια Μάινα. Δεν τσακώθηκαν ποτέ. Αμπελοφιλοσοφούσαν συνέχεια. Όταν έιχε μάλιστα όρεξη ο Γιώργος, έπιανε το μπουζούκι του και έλεγε κανένα τραγούδι.
Αργότερα έμειναν πάλι οι δυό τους και το δωμάτιο έγινε ξανά τραπεζαρία. Ακολούθησαν οι υπόλοιποι την δική τους πορεία. Η Σούλη όμως ως μεγαλύτερη...ασθένησε πρώτη. Πρώτα την άφησε η καρδιά της. Έτρεξε ο Γιώργος, έμαθε, την πήγε στην Αγγλία όπου με μια πρωτοποριακή μέθοδο της αφαίρεσαν το ένα τέταρτο της καρδιάς, για να λειτουργήσει η αντλία. Πέτυχε. Η Παράταση ζωής κράτησε περίπου 10 χρόνια. Μετά όλο το σύστημα κατέρρευσε.
Τελευταία πράξη. Ωνάσειο νοσοκομείο. Η Σούλη έτοιμη να γίνει Άγγελος. Ξαπλωμένη στο κρεβάτι. Εκείνος σε μια μεγαλειώδη και ύστατη απόδειξη αγάπης, της κρατάει τρυφερά τα δύο της πόδια. Ζεσταίνει με τις παλάμες του τα πέλματά της. Της κάνει μασάζ. Απάλυνε τον πόνο της, την ώρα της αναχώρησης. Έφυγε, στις 21 Φεβρουαρίου το 1998. Όλη η οικογένεια ήταν εκεί. Αντιμετώπισαν μαζί τον χαμό της αγαπημένης.
Ο Γιώργος κρατήθηκε. Ποτέ δεν κατέρρεε. Έδειχνε δυνατός, αυτάρκης, φιλοσοφημένος.
Συνέχισε να βοηθάει όλο τον κόσμο. Αγκάλιασε μια οικογένεια από την Αλβανία. Τους αγάπησε και τον αγάπησαν. Τους έδωσε με την καρδιά του, ένα διαμέρισμα να μείνουν, ακριβώς κάτω από το δικό του. Οι άνθρωποι ανέλαβαν την καθημερινή φροντίδα του.
Συνέχισε να πηγαίνει τα καλοκαίρια στο Πόρτο Χέλι και στο Κρανίδι. Να βγάζει χταπόδια για την οικογένεια και να λέει τραγούδια, όταν έπινε και ένα ποτηράκι παραπάνω.
Είχε και τις ασχολίες του, έψελνε σε χορωδία και στην εκκλησία. Έφτασε να τραγουδήσει μέχρι και στην τελετή έναρξης των Παραολυμπιακών αγώνων. Ήταν ίσως η πιο μεγαλειώδης στιγμή της ζωής του.
Ξημερώνοντας 21 Φεβρουαρίου του 2007, ο Γιώργος έφυγε...Δεν πρέπει να κατάλαβε τίποτα. Ήταν ακαριαίο. Έμφραγμα. Την ίδια ημερομηνία με την Σούλη. Εννέα χρόνια μετά. Σύμπτωση; Ραντεβού; Ποιές συμπαντικές δυνάμεις, τους ένωσαν άραγε ξανά. Στο μνήμα δίπλα - δίπλα, έχουν σκαλισμένη την ίδια ημέρα και τον ίδιο μήνα. Απόδειξη, ότι οι μεγάλες αγάπες μένουν για πάντα ΜΑΖΙ.
Αφιερωμένο στο Παππού και την Γιαγιά μου. Ευχαριστώ, για τα παραδείγματα ζωής που εσείς μου δώσατε.

9 comments:

χλωροφύλλη said...

Απίστευτα πράγματα. Μαστεκτομή; με τσάκισε αυτή η εικόνα.
Anyway,με συγκίνησες.

emfortos said...

Γνωστός μου γιατρός τονίζει συχνά ότι τα παιδιά τα μεγαλώνουμε "δια του παραδείγματος"!
Δεν είναι τα λόγια και το κήρυγμα που τα μαθαίνουν αλλά ο τρόπος και η συμπεριφορά των μεγάλων.

Τα παιδικά τραύματα τα κουβαλάμε μια ζωή με ό,τι αυτό σημαίνει.
Πώς ξεφεύγει κανείς απ' αυτά είναι αξιοπρόσεκτο και ζητούμενο.

Τα πρότυπα είναι που αγγίζουν την ψυχή και το νου. Θετικά ή αρνητικά.

Ειδικά ο παππούς η γιαγιά έχουν τη δική τους επιρροή στα εγγόνια.

Κι αν φύγουν κάποτε,μένει η στοργή και η σοφία τους, ίσως ως ευγένεια ψυχής στα εγγόνια.

Anonymous said...

Το κείμενο είναι υπέροχο. Γράφεις πολύ ωραία. Με συγκίνησε στο τέλος. Υπάρχουν τέτοιοι έρωτες? Μακάρι

Anonymous said...

Δεν ξέρω τι να πω , αρχικά οι γονείς που συμπεριφέρθηκαν κατ΄ αυτόν τον τρόπο στα παιδιά τους και ειδικά στην κόρη… εφιάλτης για κάθε παιδική ψυχή.
Αλλά η ζωή αργά η γρήγορα μάλλον θυμάται να σου δώσει αυτό που σου αξίζει , για τον Γιώργο αυτό το δώρο ήταν η Σούλη και η αγάπη που τους ένωσε σε μια ευτυχισμένη κοινή ζωή

ΦΥΡΔΗΝ-ΜΙΓΔΗΝ said...

Περίεργη που είναι η ζωή.... Ξεκίνησε ως δράμα τούτη η αληθινή ιστορία, συνεχίστηκε σαν ένα ομαλό ρομάντζο, για να καταλήξει στην τραγωδία, κατά κάποιο τρόπο και πάλι. ΄Ομως, κάποτε θα έφευγαν, έτσι δεν είναι; Η περίεργη σύμπτωση της ημερομηνίας του θανάτου τους, μας οδηγεί στο σκεπτικό της μοναδικότητας της αγάπης τους. Θεωρώ πάνττως, πως ο Γιώργος την αγάπησε περισσότερο, λόγω της βιωματικής έλλειψης της μητρικής στοργής.
Ας αναπαύονται εν ειρήνη...

Spitogata said...

Σας ευχαριστώ, για τα συγκινιτικά σχόλια σας. Λίγες μέρες πριν είχαμε το μνημόσυνο και το κείμενο αυτό, ήταν το λιγότερο που μπορούσα να γράψω, για αυτόν τον υπέροχο άνθρωπο. Αυτόν τον μοναδικό έρωτα. Τον αληθινό παπού και την πολυαγαπημένη μου γιαγια.

Ας αναπάυονται δίπλα - δίπλα κια πάντα αγαπημένοι.

βοιωτός said...

Εύγε.
Εάν μου επιτρέπεις θα ήθελα να θέσω τον εξής προβληματισμό.
Παρατηρώ ότι πολλοί νέοι άνθρωποι στρέφονται, πολλές φορές με πάθος, προς τη λεγόμενη μικροιστορία. Κυρίως την οικογενειακή αλλά όχι μόνο. Το εντυπωσιακό είναι ότι συνήθως το ενδιαφέρον τους αφορά στους παππούδες και όχι στους γονείς. Δηλαδή σε εκείνους που άλλοτε σχεδόν ντρεπόμαστε να αναφερθούμε επειδή ήταν "βλάχοι" είτε επειδή ήταν φτωχοί είτε επειδή ήταν αριστεροδέξιοι στον εμφύλιο είτε είτε...
Το ερώτημα είναι γιατί. Τι μας λείπει; Πιστεύουμε ότι έζησαν μια πιο ενδιαφέρουσα ζωή; θεωρούμε ότι υπηρετούσαν αξίες που έχουμε ξεχάσει; Ξορκίζουμε το παρόν εξωραίζοντας το παρελθόν;
Γεγονός παραμένει ότι όλο και περισσότεροι νέοι άνθρωποι αναζητούν τις βαθιές τους ρίζες. Και αυτό είναι όμορφο, ελπιδοφόρο, ενδεχομένως και απαραίτητο. Είναι όμως και οδυνηρό καθώς υπενθυμίζει ότι η κοινωνία της αφθονίας δεν έλυσε και δεν μπορεί να λύσει το υπαρξιακό πρόβλημα.

Anonymous said...

Γράψε βρε, γράψε...

Spitogata said...

XA!XA!
Μόλις ΕΓΡΑΨΑ!